ἀναγγέλλει

ἀναγγέλλει
ἀναγγέλλω
carry back tidings of
pres ind mp 2nd sg
ἀναγγέλλω
carry back tidings of
pres ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • εξάγγελος — ο (AM ἐξάγγελος) αυτός που αναγγέλλει, που ανακοινώνει κάτι, ο αγγελιαφόρος, ο διαγγελέας 1. αυτός που διηγείται στους ηθοποιούς που βρίσκονται στη σκηνή, και επομένως και στους θεατές, όσα συμβαίνουν ή συνέβησαν μέσα στο ανάκτορο ή στον οίκο,… …   Dictionary of Greek

  • Ικέτιδες — I Τραγωδία (420 π.Χ.) του Ευριπίδη. Ερμηνεύτηκε από τους σύγχρονους ερευνητές της εποχής μας τόσο ως ύμνος στην αθηναϊκή ανθρωπιά όσο και ως μαρτυρία μιας νέας, ορθολογιστικής θέσπισης κανόνων, που άλλοτε βασίζονταν αποκλειστικά στη θρησκευτική… …   Dictionary of Greek

  • αγγελία — Η μετάδοση μιας είδησης ή πληροφορίας. Ειδοποίηση με την οποία γίνεται γνωστό στο ευρύ κοινό κάποιο πράγμα ή γεγονός, όπως π.χ. ότι κάποιος θέλει να προσλάβει υπάλληλο ή να πουλήσει ένα οικόπεδο ή να βρει δουλειά είτε ότι διαθέτει κάποιο… …   Dictionary of Greek

  • αγγελτήριο — το [αγγέλω] έντυπο που αναγγέλλει κάποιο κοινωνικό γεγονός (βάφτιση, γάμο, κηδεία κ.λπ.) …   Dictionary of Greek

  • αναγγελτικός — ή, ό [αναγγέλλω] αυτός που αναγγέλλει, που γνωστοποιεί κάτι, ο κατάλληλος για αναγγελία …   Dictionary of Greek

  • αναφωνητής — ο (θηλ. αναφωνήτρα) (Μ ἀναφωνητής) αυτός που αναγγέλλει το όνομα κάποιου ή ανακηρύσσει …   Dictionary of Greek

  • αυτάγγελος — αὐτάγγελος, ον (Α) 1. αυτός που αναγγέλλει αυτοπροσώπως κάτι για τον εαυτό του 2. εκείνος που φέρνει αγγελίες ως αυτόπτης μάρτυρας …   Dictionary of Greek

  • δυσάγγελος — ο (AM δυσάγγελος, ον) άγγελος δυσάρεστων ειδήσεων, αυτός που σημαίνει ή αναγγέλλει κάτι κακό …   Dictionary of Greek

  • εξαγγελτικός — ή, ό (Α ἐξαγγελτικός, ή, όν) ο κατάλληλος ή αρμόδιος να αναγγέλλει, να φέρνει αγγελίες, εξαγγελτήριος, ειδοποιητήριος νεοελλ. μουσ. «εξαγγελτικό μοτίβο» το θέμα που χαρακτηρίζει ένα πρόσωπο στο μουσικό δράμα αρχ. 1. αυτός που φέρνει αγγελία,… …   Dictionary of Greek

  • ευαγγέλιο — Στη χριστιανική Εκκλησία ο όρος χαρακτηρίζει τα τέσσερα πρώτα βιβλία της Καινής Διαθήκης, τα οποία, σύμφωνα με την παράδοση, έγραψαν ο Ματθαίος, ο Μάρκος, ο Λουκάς και ο Ιωάννης. Γραμμένα στην ελληνική γλώσσα, τα Ε. διηγούνται τα γεγονότα της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”